- ηχορρύπανση
- ηοικολ. νεολογισμός που χαρακτηρίζει την υποβάθμιση τού φυσικού περιβάλλοντος στη σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία λόγω υπερβολικού θορύβου από μηχανές, εργοστάσια, αεροπλάνα αυτοκίνητα κ.λπ., ο οποίος μετριέται σε λογαριθμικές μονάδες ντεσιμπέλ.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. noise pollution].
Dictionary of Greek. 2013.